energia.gr του Αδάμ Αδαμόπουλου
Δύσκολος προμηνύεται ο χειμώνας για τις εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών, μετά την ραγδαία πτώση της τουριστικής κίνησης, ως απόρροια της πανδημίας του νέου κορονοϊού. Τα στοιχεία για τα καύσιμα κίνησης τον περασμένο Ιούλιο έδειξαν υποχώρηση της τάξης του άνω του 5,5% έναντι της αντίστοιχης χρονικής περιόδου το 2019, ενώ ακόμη μεγαλύτερες ήταν οι απώλειες για το πετρέλαιο κίνησης, καθώς αυτές ανήλθαν σχεδόν στο 11% τον ίδιο μήνα. Παράλληλα, η μείωση στις πωλήσεις βενζίνης και πετρελαίου κίνησης την περίοδο Ιανουάριος-Ιούλιος, ξεπέρασε το 17% και 11% αντίστοιχα, επιβεβαιώνοντας τους χειρότερους φόβους της αγοράς για τις επιπτώσεις της COVID-19 στην οικονομική και επιχειρηματική δραστηριότητα.
Η άνοδος κατά 2% των συνολικών πωλήσεων υγρών καυσίμων στην ελληνική αγορά έως τον Μάιο, χάρη στην ευεργετική συμβολή του πετρελαίου θέρμανσης –θυμίζουμε ότι ο κλάδος των καυσίμων δεν υπήχθη σε κανένα προστατευτικό μέτρο την περίοδο του lock down- δεν κατέστη δυνατό να αποτρέψει τα χειρότερα που καταγράφηκαν μετά τον Ιούλιο.
H κατάσταση ανησυχεί τους ανθρώπους της αγοράς. Το energia.gr απευθύνθηκε στον κ. Γιάννη Αληγιζάκη, τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της ΕΛΙΝΟΙΛ και Πρόεδρο του Συνδέσμου Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών (ΣΕΕΠΕ), για να μοιραστεί μαζί μας τις εκτιμήσεις του για το μέλλον: “Οι εκτιμήσεις μας στα τέλη της άνοιξης ήταν, πρώτον, πώς για τις προοπτικές του κλάδου θα παίξει μεγάλο ρόλο το πόσο μεγάλη θα ήταν η μείωση του τουρισμού, και δεύτερον, ότι τα δύσκολα για τα καύσιμα θα έρχονταν στο β’ εξάμηνο και όχι στο α’, επειδή στο β’ εξάμηνο δεν θα υπάρχει στον παρονομαστή το πετρέλαιο θέρμανσης, ενώ θα καταγραφόταν μια διαρκής πτώση στα άλλα δύο βασικά προϊόντα (βενζίνη και ντίζελ κίνησης). «Όταν έχεις μόνιμη και διαρκή πτώση θα έχεις μεγάλο πρόβλημα», μας είπε.
Δυστυχώς, συνέχισε ο κ. Αληγιζάκης, έως τώρα, για τον Σεπτέμβριο, έχουμε απάντηση στο πρώτο, δηλαδή, στον τουρισμό είχαμε το χειρότερο σενάριο με τις αφίξεις να είναι λιγότερες κατά 80%.
«Αυτό χτύπησε ιδιαίτερα στο κομμάτι των νησιών, καθώς όπως γνωρίζετε, η ΕΛΙΝΟΙΛ έχει μεγάλη εξάρτηση από τον τουρισμό, καθώς διαθέτουμε εκτεταμένο νησιωτικό δίκτυο και μαρίνες. Έως μέσα Αυγούστου ήταν αρκετά διαχειρίσιμη η κατάσταση, με τη μείωση να βρίσκεται στο 10%, αλλά μετά, την τελευταία εβδομάδα του Αυγούστου, με τα πρώτα περιοριστικά μέτρα να εφαρμοζονται σε διάφορα νησιά (Κυκλάδες-Κρήτη) η κίνηση κόπηκε “μαχαίρι”!», είπε ο κ. Αληγιζάκης.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΛΙΝΟΙΛ πρόσθεσε: «Είχαμε ένα δύσκολο καλοκαίρι και έρχεται ένα φθινόπωρο που όλα τα νούμερα δείχνουν ότι αναμένουμε ότι η αγορά θα κινηθεί στο -15%. Επειδή, έχουν ήδη προαγοραστεί ποσότητες πετρελαίου θέρμανσης, διότι έχει αποθηκεύσει ο κόσμος, η πτώση εδώ θα αγγίξει το 70%, κάτι που είναι πολύ λογικό. Άρα μιλάμε για έναν κλάδο που από τον Ιούνιο η μείωση θα διαμορφωθεί μεταξύ -15%-20%. Κανείς δεν ξέρει πόσο θα κρατήσει αυτό. Η μεγάλη μείωση στον τουρισμό θα επηρεάσει, όλους τους κλάδους που σχετίζονται έμμεσα με αυτόν, επομένως θα δούμε έλλειψη ρευστότητας σε πολλές επιχειρήσεις από το φθινόπωρο και μετά, ο πολίτης δύσκολα θα τα φέρνει βόλτα, και θα έχουμε τοπικά lock down που θα επιφέρουν δεινό πλήγμα στην τοπική οικονομία. Άρα έως τα τέλη του χρόνου, και αυτό είναι μια αισιόδοξη πρόβλεψη, ο κλάδος μας θα βιώσει μεγάλες μειώσεις. Η ΕΛΙΝΟΙΛ είναι σε θέση να αντεπεξέλθει πιο αποτελεσματικά καθώς δραστηριοποιείται και στο εξωτερικό.»
Στην ερώτησή μας εάν μια απόφαση της κυβέρνησης να μειώσει τον φόρο κατανάλωσης θα βελτίωνε την εικόνα στην αγορά καυσίμων, ο κ. Αληγιζάκης μας παρέπεμψε στα όσα συνέβησαν τον περασμένο Μάρτιο, όταν χάρη στις χαμηλές τιμές που επικράτησαν, λόγω του περιορισμού στις μετακινήσεις, στην υψηλή αποθεματοποίηση του αργού και στις αναταράξεις στις αγορές, λόγω της κρίσης στις σχέσεις OPEC, Ρωσίας, Σ. Αραβίας, «είδαμε καταναλωτές που δεν χρησιμοποιούσαν πετρέλαιο θέρμανσης να αγοράζουν ξανά, είδαμε ακόμη καταναλωτές που άναβαν το καλοριφέρ για 2 ώρες να το ανάβουν πολύ περισσότερο. Επομένως, η φθηνότερη τιμή επηρεάζει σημαντικά την κατανάλωση καιν η άποψή μου είναι ότι τα έσοδα του κράτους θα ήταν 100% περισσότερα. Αλλά ψυχολογικά, το υπουργείο Ανάπτυξης που έχει δημοσιονομικό κενό 6 δισ. λόγω κορονοϊοιύ αλλά και των ελληνοτουρκικών, δεν μπαίνει καν στη σκέψη να το συζητήσει έστω ως σενάριο» είπε στο energia.gr και πρόσθεσε: «Στο α΄εξάμηνο βοήθησε πολύ την κατανάλωση η χαμηλή τιμή, τώρα μπορεί να μην είναι τόσο υψηλές οι τιμές, όμως βρίσκονται 40% πάνω από τα επίπεδα του Μαρτίου.»
Ο κ. Αληγιζάκης σε ερώτησή που του απευθύναμε, για το κατά πόσο μπορεί να βρίσκεται σε εξέλιξη ένα σχέδιο «διόρθωσης» της αγοράς, που θα συνίσταται στην μείωση των εταιρειών που ήδη λειτουργούν αυτή τη στιγμή, απάντησε πως τέτοιο σχέδιο δεν υφίσταται, όμως οι συνθήκες είναι πιθανό να οδηγήσουν εκεί. Υπενθύμισε, δε πως πριν από 4-5 χρόνια υπήρχαν 8.500 πρατήρια και όλοι έλεγαν ότι υπήρχε υπερκορεσμός και ότι κάτι έπρεπε να γίνει. Τώρα ο αριθμός τους έχει μειωθεί κατά 3,5 χιλιάδες πρατήρια!
Αναφερόμενος στις επόμενες κινήσεις της ΕΛΙΝΟΙΛ, ο επικεφαλής της εταιρείας είπε πως απώτερος στόχος είναι ένας ενεργειακός μετασχηματισμός, πανελλαδικά, με τη δημιουργία πρατηρίων που θα μπορούν να υποστηρίζουν όλο το φάσμα των καυσίμων (φυσικό αέριο, LNG, αλλά και φορτιστές για ηλεκτρικά οχήματα).
«Αυτό θέλει επενδύσεις και χρόνο, αλλά είναι μονόδρομος. Το παλαιό μοντέλο είναι καταδικασμένο. Αν δεν υπήρχε ο κορονοϊός και οι άλλες δυσκολίες, οι περισσότερες εταιρείες θα είχαν προχωρήσει σε αυτά τα σχέδια. Είμαστε σε συζητήσεις με το ΥΠΕΝ και την Γενική Γραμματέα Ενέργειας. Θα χρειαστούν και χωροταξικές ρυθμίσεις. Δυστυχώς, είναι χρονοβόρες οι άδειες εγκατάστασης φορτιστών για Η/Ο και τα πρατήρια θα είναι υποχρεωμένα να κλείνουν για αρκετό καιρό. Πρέπει να αλλάξουν οι ρυθμίσεις, να γίνει πιο ευέλικτο το κράτος», τόνισε.
Τέλος, μιλώντας για τις προοπτικές της παγκόσμιας αγοράς πετρελαίου τους αμέσως επόμενους μήνες, ο κ. Αληγιζάκης είπε πως είναι δυσοίωνες, επειδή θα υπάρχουν πολλά τοπικά lock down παγκοσμίως, άρα θα πέφτει η ζήτηση. «Δεν υπάρχει και κάποιο γεωπολιτικό γεγονός που να δικαιολογεί την άνοδο της τιμής. Βλέπω ότι οι προοπτικές είναι οι τιμές να παραμείνουν χαμηλά, αν και όχι στα επίπεδα των 19-20 δολαρίων λόγω και των συνθηκών που είχαν επικρατήσει τον Μάρτιο και τον Απρίλιο», κατέληξε.